Ερευνητικό Αντικείμενο

 

Ερευνητικό έργο “ΔιαΠαΝτοΣ.21”, Χρηματοδότηση: ΕΛΙΔΕΚ: Επιστήμη και Κοινωνία «200 Χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση»

1.     Το πλαίσιο

H ελληνική Επανάσταση του 1821 προετοιμάζεται και ξεσπάει με φόντο την ανάδυση του καπιταλισμού, του τότε νέου και νεωτερικού παραγωγικού μοντέλου, που ήρθε να υποκαταστήσει την επί μακρόν κρατούσα φεουδαρχία. Αρκετοί Έλληνες, ήδη από το τέλος του 18ου αιώνα, αρχίζουν να ασχολούνται με εμπορικές και βιοτεχνικές / βιομηχανικές, ακόμη και τραπεζικές, δραστηριότητες, με μεγάλα κέρδη. Από την άλλη, η οθωμανική αυτοκρατορία παραμένει φεουδαρχική και η ελίτ της, στην οποία συμπεριλαμβάνεται βέβαια και η Ορθόδοξη-Ρωμαίικη

(Φαναριώτες, ανώτερος κλήρος, κλπ.), εκφράζει –φύσει και θέσει– την απερχόμενη εποχή των αυτοκρατοριών. Έτσι, η εθνική συνείδηση των Ελλήνων ωριμάζει παράλληλα με την ταξική συνείδηση της ανερχόμενης, στην Ελλάδα όπως και σε όλη την Ευρώπη, αστικής τάξης. Σ’ αυτή διαδικασία της ελληνικής εθνογέννησης, ο εντός του οθωμανικού κράτους και ο παροικιακός ελληνισμός συνεργάζονται τόσο οικονομικά όσο και ιδεολογικά, υπό την επίδραση της κοσμογονικής τότε γαλλικής Επανάστασης, εντασσόμενοι αμφότεροι στο πνεύμα της εποχής των εθνικών κρατών. Ήδη στο δίπολο αυτό, η ελληνική επανάσταση, με στοιχεία τόσο ταξικά, ως έκφραση των συμφερόντων της αστικής κυρίως τάξης, όσο και εθνικά ενσωματώνει το νεωτερικό στοιχείο έναντι του παραδοσιακού απερχόμενου κόσμου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Δεδομένου, ότι κάθε Επανάσταση επιφέρει τομές ιδεολογικές και μεγεθύνει τα ρήγματα απέναντι στις παραδοσιακές στάσεις και αντιλήψεις, η διαπάλη ανάμεσα στην παράδοση και τη νεωτερικότητα συνιστά ένα ενδιαφέρον αντιθετικό σχήμα για να ερμηνεύσουμε τις πολλαπλές και διαφορετικές στοχεύσεις της Επανάστασης, όπως αυτές εγγράφονται στο σώμα του κράτους σε διαφορετικές, αλληλεξαρτώμενες εκφάνσεις του. Το ζεύγος είναι χρήσιμο αφενός διότι το ’21 αποτελεί την κορυφαία στιγμή της μετάβασης από έναν παραδοσιακό σε έναν νεωτερικό κόσμο και αφετέρου επειδή η θέσμιση του κράτους, μέσα από τη γενέθλια πράξη της θέσπισης Συνταγμάτων, σηματοδοτεί την ανάδυση του τότε νέου πολιτικού και θεσμικού πεδίου που προκύπτει σχισματικά έναντι του οθωμανικού συστήματος νομιμότητας και κυριαρχίας, του εθνικού κράτους, στο σώμα του οποίου ακόμη και σήμερα παραμένουν τα θεσμικά και ιδεολογικά αποτυπώματα της Επανάστασης.

Η «αδυσώπητη πάλη παράδοσης και νεωτερικότητας» αναλυόταν στην κυρίαρχη μεταπολιτευτική ιστοριογραφία ως απότοκη μιας βασικής αντίθεσης: από τη μια πλευρά ήταν το ιδεώδες του συγκεντρωτικού εθνικού κράτους που πρότασσε η «εκσυγχρονιστική» νεωτερική ελίτ της επανάστασης (δυτικόστροφοι διανοούμενοι, έμποροι των παροικιών, περιθωριακές ελίτ του ορεινού βιοτεχνικού χώρου) και από την άλλη το πρότυπο της διατήρησης των τοπικών και κοινωνικών προνομίων του συστήματος της οθωμανικής κατάκτησης που προάσπιζαν οι παραδοσιακές ελίτ του ελλαδικού χώρου (κοτζαμπάσηδες, προεστοί των νησιών, κλεφταρματολοί, κάποι, κλήρος). Ωστόσο, η εικόνα αυτή, προς τα έξω (ας την ονομάσουμε ‘εξωστρεφή διάδραση’) δεν αποδίδει απολύτως και με ακρίβεια το σύνολο του φαινομένου, που συνδυάζει σε μια διαρκή διαπάλη αλλά ταυτόχρονα και διαπλοκή τα παραδοσιακά με τα νεωτερικά στοιχεία. Έτσι, στο πλαίσιο της επαναστατικής δράσης και του νεότευκτου αργότερα ελληνικού κράτους υπάρχουν δυνάμεις, παραγωγικές, οικονομικές, ιδεολογικές και ανθρώπινου δυναμικού, που με τη σειρά τους αντανακλούν, εκφράζουν, υπερασπίζονται, απεργάζονται σενάρια που δεν εντάσσονται κατ’ ανάγκη και πάντα, ούτε με συνέπεια και προσήλωση στη νεωτερικότητα.

Η ιδεοτυπική αυτή αντίθεση νεωτερικού συγκεντρωτισμού και παραδοσιακού τοπικισμού, συχνά φορτισμένη με το ιδεολόγημα της υπεροχής των «εκσυγχρονιστών», σταδιακά υποκαθίσταται σήμερα από μία ευρύτερη σύλληψη της διαλεκτικής σχέσης μεταξύ νεωτερικών και παραδοσιακών στοιχείων που μπορούν να ερμηνεύσουν παραγωγικότερα και τις τυχόν μεταπτώσεις των τοπικιστών και συγκεντρωτιστών ή το αντίστροφο, αναλόγως προς την επαναστατική συγκυρία και τις μεταβαλλόμενες εξουσιαστικές επιδιώξεις των θεσμικών πρωταγωνιστών. Όπως έχει επισημανθεί, στον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα  «…ο ατέρμονος πόλεμος των ποιμενικών φύλων και των ληστών ηρώων … συγκεράστηκε με τις ιδέες του αστικού εθνικισμού και της Γαλλικής Επανάστασης», κάτι που επέτρεψε στην Ελλάδα «να γίνει θρύλος και πηγή έμπνευσης των απανταχού εθνικιστών και φιλελευθέρων».[1] Αυτή η διαλεκτική συνύπαρξη των δύο ρευμάτων, όμως, που αρχικά είχαν αμφότερα προοδευτική δυναμική, ενέχει ήδη εξαρχής και τον σπόρο της ενίοτε εσωτερικής και βουβής και άλλοτε ηχηρής και κάποτε καταστροφικής στη διαχρονία της διαπάλης μεταξύ νεωτερικού και παραδοσιακού κόσμου, παρά την ένταξη συχνά των φορέων του ενός στον άλλο, με σκοπό την εξυπηρέτηση των μεσοπρόθεσμων στόχων του.

Στο εσωτερικό της Επανάστασης η διαπάλη νέου και παλιού, νεωτερικότητας και παράδοσης σοβεί και θα εκδηλωθεί άλλοτε ρητά και άλλοτε υπόρρητα σε διαφορετικά συγκείμενα και με εκφραστές πολλά και διαφορετικά πρόσωπα-πρωταγωνιστές της Επανάστασης και της οικοδόμησης του νεοελληνικού κράτους, ενίοτε με εναλλασσόμενες προθέσεις και θέσεις. Για παράδειγμα, όταν οι φορείς του παραδοσιακού κόσμου, εντάσσονται στη διαδικασία της Επανάστασης και συμμετέχουν ενεργά στη διαχείριση των συνταγματικών θεσμών που συστήνει η επαναστατική ηγεσία (κρατικός μηχανισμός, διοίκηση και δικαιοσύνη, αντιπροσωπευτικό σύστημα διακυβέρνησης βασισμένο στην κυριαρχία του Έθνους, νέο εκπαιδευτικό σύστημα), ακριβώς επειδή κινούνται στο πλαίσιο των νεωτερικών εθνικών θεσμών και υιοθετούν τον λόγο και τις νομιμοποιητικές αρχές του συνταγματισμού, καταλήγουν στο να καταλύουν άθελά τους τα θεμέλια της δικής τους παραδοσιακής εξουσίας, απότοκης των προεπαναστατικών θεσμών της οθωμανικής κατάκτησης. Στο πλαίσιο αυτό η θέση της Εκκλησίας και η σχέση που διαμορφώνει με το ελληνικό κράτος, είναι πολύ κρίσιμη. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι ως Έλληνες αναγνωρίζονται οι Χριστιανοί κάτοικοι του απελευθερωμένου χώρου, συνεπώς πρόκειται όχι απλώς για μία εθνική Εκκλησία αλλά και για ένα –αρχικά– χριστιανικό κράτος, γεγονός που εξαντανακλά μέχρι και σήμερα στη συνταγματικά κατοχυρούμενη θέση της Ανατολικής Ορθόδοξης του Χριστού Εκκλησίας, παρά τη δραματική αλλαγή στη συνταγματική πρόσληψη της πολιτότητας, ως ανεξάρτητης από τις θρησκευτικές αντιλήψεις του πολίτη.

[1] Ε.J. Hobsbawm, Η εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848, Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης 2002, 203-204.

2.     Οι βασικές υποθέσεις εργασίας

Στο φως των παραπάνω, η υπόθεση εργασίας μας είναι ότι στους κόλπους των επαναστατών και του νεότευκτου ελληνικού κράτους, τόσο στον διοικητικό μηχανισμό, όσο και στην εκπαίδευση, η «νεωτερική παράταξη» συνομιλεί με τον παραδοσιακό κόσμο, επικοινωνεί μαζί του και προσπαθεί να τον ενσωματώσει, άλλοτε επιτυχημένα άλλοτε όχι, διαμορφώνοντας ποικίλες συνθέσεις στις οποίες αναγνωρίζονται διαφορετικά πολιτικά προγράμματα και κοινωνικά συμφέροντα.[1] Από την άλλη, ο παραδοσιακός κόσμος, με προεξάρχουσα την Εκκλησία, δεν συνθλίβεται ούτε εξοντώνεται πάντοτε από τη νεωτερικότητα, αλλά συχνά προσαρμόζεται στην τελευταία μέσα από την ενσωμάτωση των εξουσιαστικών επιδιώξεων των παραδοσιακών ελίτ στο νέο συνταγματικό πλαίσιο κατανομής των θεσμικών ρόλων, ή και προσαρμόζει την ελληνική εκδοχή της νεωτερικότητας στα δικά του μέτρα.

Στο πλαίσιο αυτό, των επιφαινόμενων υπαναχωρήσεων, η καθολική αποδοχή του συνταγματικού κράτους ιδρύει ένα νέο πεδίο διαπραγμάτευσης της εξουσίας και αναζήτησης συμβιβασμών, όπου συγκλίνουν οι παραδοσιακές με τις νεωτερικές ελίτ στη βάση προκαθορισμένων διαδικαστικών κανόνων. Ειδικότερη έτσι υπόθεση εργασίας –και πεδίο έρευνας– είναι ότι η διαμάχη των αντίπαλων μπλοκ εξουσίας αφορά όχι τη μορφή της διακυβέρνησης, αλλά τη διαμόρφωση των συσχετισμών στο εσωτερικό της για τον έλεγχο της εξουσίας, η οποία παίρνει διαφορετικές μορφές και παρουσιάζει πληθώρα εκφάνσεων. Έτσι, η διαπάλη υποκαθίσταται συχνά από την διαπλοκή του παλιού με το νέο και η νέα σύνθεση στο εκφράζεται συχνά από το σχήμα της «ετερογονίας των μέσων προς τους σκοπούς».[2] Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η θεσμική αλληλοεξουδετέρωση Εκτελεστικού-Βουλευτικού στο Σύνταγμα της Επιδαύρου που μπορεί αν ιδωθεί ως ο  πρώτος ιστορικός συνταγματικός συμβιβασμός στην Ελλάδα ανάμεσα στις δυνάμεις του συγκεντρωτικού εθνικού κράτους και τις προεπαναστατικές ελίτ.

Η πρόταση υιοθετεί μια νέα, αναστοχαστική ματιά, μεριμνώντας για τη μεθοδολογική και ερμηνευτική ανασύσταση του πλαισίου ανάγνωσης της Επανάστασης και της πολιτικής του κληροδοσίας Η νέα αυτή ανάγνωση αποσκοπεί στην υπέρβαση των ήδη διαμορφωμένων βεβαιοτήτων βασιζόμενη σε σύγχρονα αναλυτικά εργαλεία, και κυρίως στο διαλεκτικό ζεύγος «παράδοση-νεωτερικότητα», προκειμένου να επανερμηνεύει γνωστά «τεκμήρια» από μία νέα οπτική γωνία και να αναδείξει νέες σημασίες και αλληλεπιδράσεις μεταξύ διαφορετικών αλλά παραπληρωματικών κρατικών υποσυστημάτων. Υιοθετείται, τέλος, μίας καταρχήν ιδεολογική «αχρωματοψία», υπό την έννοια ότι τα προτεινόμενα ερμηνευτικά σχήματα δεν εκκινούν από προαποφασισμένες αξιολογικές κρίσεις σχετικά με την ηθική υπεροχή της νεωτερικής ή της παραδοσιακής πλευράς, δεδομένου ότι και οι δύο «παρατάξεις» εξετάζονται αποκλειστικά υπό το περιγραφικό πρίσμα των αντικρουόμενων κοσμοθεωριών που υποστηρίζουν τις διαφορετικές εξουσιαστικές επιδιώξεις τους.[3]

 

3.     Στόχοι και αντικείμενο του προτεινόμενου έργου

Στόχος της έρευνας και προβολής της είναι να αναδειχθεί η δυναμική της Επανάστασης προς την κατεύθυνση της ίδρυσης ενός νεωτερικού κράτους, που θα αποκοπτόταν όχι μόνον από την πολιτειακή δομή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αλλά και από την παράδοση της «Ανατολής», αν χρησιμοποιήσουμε τον όρο αυτό συνεκδοχικά για να καταδείξουμε παραγωγικές και πολιτικές δομές, νοοτροπίες, στάσεις και ιδέες που ανάγονται στην οθωμανική αυτοκρατορία, και θα συνδεόταν με την αναδυόμενη «Δύση». Εξάλλου, η τελευταία οικοδομήθηκε εν πολλοίς και πάνω σε ιδέες δανεισμένες από την ελληνική αρχαιότητα. Υπό αυτή την έννοια, η δόμηση ενός σύγχρονου ελληνικού κράτους, με κρατικές δομές και συνταγματική ιδεολογία συγγενή προς εκείνη των δυτικών κρατών και πρωταρχικά προς τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και άρα του Διαφωτισμού, θα σήμαινε ταυτόχρονα και μία επανασύνδεση με την πνευματική και πολιτισμική κληρονομιά της ελληνικής αρχαιότητας. Αν όμως δεχθούμε ότι αυτός ήταν ο πυρήνας της επανάστασης του 1821, στόχος παράλληλα είναι να αναδειχθούν και οι «αντεπαναστατικές» εντός της επανάστασης δυνάμεις, είτε σε ιδέες είτε σε ανθρώπινο δυναμικό, οι οποίες είτε έδρασαν ανασταλτικά για την ίδια την επαναστατική δράση, όπως για παράδειγμα μπορεί να μέρει να καταλογιστεί στην Εκκλησία, είτε εντάχθηκαν μεν στην επαναστατική δράση και τις μετέπειτα προσπάθειες οικοδόμησης νεοελληνικού κράτους, φέροντας όμως τη δική τους δυναμική υπέρ της διατήρησης παραδοσιακών, κοινοτιστικών δομών, που προσιδίαζαν περισσότερο προς την υποτίθεται απερχόμενη «Ανατολή». Έτσι, διαχρονικά και ακόμη και σήμερα με φορτίο και για το αύριο, το ελληνικό κράτος φέρει αυτές τις εσωτερικές αντιφάσεις, παρουσιάζει ένα πρόσωπο-Ιανό, στραμμένο ταυτόχρονα προς τη Δύση και προς την Ανατολή.

Η μελέτη θα επικεντρωθεί ειδικότερα, γύρω από τον κεντρικό οριζόντιο άξονα της διαπάλης και διαπλοκής νεωτερικού-παραδοσιακού, σε τέσσερις εκφάνσεις του νεοελληνικού κράτους, όπως αυτό προκύπτει από την Επανάσταση και κληρονομεί από την τελευταία ένα γεννητικό υλικό έμφορο αντιφάσεων· ειδικότερα η μελέτη και η προβολή της σχετικής προβληματικής αναπτύσσεται σε τέσσερις κάθετους άξονες, που συνιστούν κομβικές εκφάνσεις του εν ευρεία εννοία κράτους: (α) τον κρατικό μηχανισμό –το εν στενή εννοία κράτος– (διοίκηση, δικαιοσύνη), (β) την εκπαίδευση, ως κατεξοχήν μηχανισμού κατασκευής εθνικής ταυτότητας, (γ) την Εκκλησίας, ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, και τη σχέσης τη με το εν στενή εννοία κράτος, η οποία επίσης διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην κατασκευή της εθνικής ταυτότητας αλλά και στη διαπάλη παλιού-νέου, μέχρι και σήμερα, και τέλος, (δ) το Σύνταγμα (και δη τα πρώτα επαναστατικά Συντάγματα), ιδίως δε την ιδεολογία που αυτά εκφράζουν και παραδίδουν στα επόμενα, και τον πολιτικό συνταγματισμό, ο οποίος απορροφά και αντανακλά τη διαπάλη νέου-παλιού, άλλοτε αναπαράγοντας και άλλοτε υποσκάπτοντας την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων.

 

Ειδικότερα οι θεματικοί άξονες εξειδικεύονται ως εξής:

1ος άξονας: Δημόσια διοίκηση και δικαιοσύνη
  • ο κρατικός μηχανισμός –το εν στενή εννοία κράτος– (δίκαιο, διοίκηση, δικαιοσύνη), ως κατεξοχήν πεδίο διαπάλης της παλιάς και νέας εξουσίας
2ος άξονας: Εκπαίδευση
  • η εκπαίδευση, ως κατεξοχήν μηχανισμός κατασκευής εθνικής ταυτότητας, που αντανακλά τις ιδεολογικές συγκρούσεις
3ος άξονας: Εκκλησία
  • η Εκκλησία, ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, που καθιδρύεται με τη μορφή αυτοκέφαλης και εθνικής εκκλησίας από το ίδιο το κράτος, η οποία επίσης διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην κατασκευή της εθνικής ταυτότητας αλλά και στη διαπάλη παλιού-νέου, μέχρι και σήμερα, και, τέλος,
4ος άξονας: Σύνταγμα και συνταγματική ιδεολογία  
  • το Σύνταγμα, και δη τα πρώτα επαναστατικά Συντάγματα (1822, 1823 και 1827), ιδίως δε την ιδεολογία που αυτά εκφράζουν και παραδίδουν στα επόμενα, και τον πολιτικό συνταγματισμό, ο οποίος απορροφά και αντανακλά τη διαπάλη νέου-παλιού, άλλοτε αναπαράγοντας και άλλοτε υποσκάπτοντας την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων.

 

1ος άξονας: Δημόσια διοίκηση και δικαιοσύνη

Η ενότητα αυτή αφορά τη διάρθρωση των συνταγματικών και διοικητικών θεσμών, δηλαδή της θεσμικής αρχιτεκτονικής και της κρατικής οργάνωσης του νεότευκτου ελληνικού κράτους, όπως αυτά ρυθμίζονται στα επαναστατικά Συντάγματα. Συγκεκριμένα, αναλύεται η διοικητική πραγματικότητα και ιδιαίτερα σε εκείνα τα πεδία της τα οποία συνδέονται με την οργάνωση της οικονομίας και την κοινωνική χειραφέτηση: φορολογία, επαγγελματική ελευθερία, στέγαση, πρόνοια, αστική κατάσταση, τοπική αυτοδιοίκηση. Ταυτόχρονα, έμφαση δίνεται και στον σχεδιασμό και εγκαθίδρυση ενός δικαιικού και –σε αδιάρρηκτη σχέση με το πρώτο– δικαστικού συστήματος.
 

2ος άξονας: Εκπαίδευση

Η 2η ενότητα εργασίας κινείται σε δύο επίπεδα: σε ένα πρώτο –περιγραφικό– επίπεδο, η έρευνα εστιάζει στηνεξέλιξη της κρατικά οργανωμένης ‘εκπαίδευσης’ σε δύο εν μέρει διακριτές περιόδους, καταρχάς από τα τέλη του 18ου αι. έως τις παραμονές του απελευθερωτικού Αγώνα και κατά δεύτερον, κατά την κρίσιμη περίοδο, από το 1821 έως το 1832. Και στις δύο περιόδους, όπως και σε όλη την υπόλοιπη ιστορική περίοδο μέχρι και σήμερα, η διαμόρφωση και ενίσχυση μιας ελληνικής «εθνικής» ταυτότητας διατρέχει ως ιδεολογία και στόχο την τυπική εκπαίδευση, η οποία διαμορφώνεται παράλληλα και υποκαθιστώντας σταδιακά την «οικοδιδασκαλία» (είτε σε κατοικίες είτε σε εκκλησίες και μοναστήρια) και τα «γραμματοσχολεία». Σε ένα δεύτερο –αξιολογικό– επίπεδο, εξετάζεται πώς οι μεταβλητές που χαρακτήριζαν (και εν μέρει χαρακτηρίζουν ακόμη, ως κληροδότημα της επαναστατικής διαδικασίας κρατογένεσης και εθνογένεσης) την διευθέτηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στα σχολεία, και αργότερα τα Πανεπιστήμια (Βελώνη 2017: 32επ) εμπεριείχαν, και στο πεδίο αυτό, τη σύγκρουση  παράδοσης – νεωτερικότητας. Το τελευταίο επιτυγχάνεται και με την σύγκριση των πορισμάτων από τις δυο περιόδους της μελέτης μας.

3ος άξονας: Εκκλησία

Ένα από τα κεντρικά ζητήματα της ελληνικής Πολιτείας αποτελεί η θέση της θρησκείας στο δικαιϊκό, κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Η Ελλάδα, ως ένα κράτος με διακριτό θεσμικό και πολιτισμικό ιστορικά υπόβαθρο από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, δεν γνώρισε τις ανάλογες τομές και αναδιατάξεις του κοινωνικού χώρου και συνακόλουθα υιοθέτησε αναδρομικά και εκ των άνω τα προτάγματα της νεωτερικότητας. Η εφαρμογή, επομένως, του προγράμματος για την αποδέσμευση του πολιτικού από τη θρησκευτική σφαίρα, όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά την πρώιμη μετεπαναστατική περίοδο και διατηρήθηκε στη συνέχεια, δεν ήταν απότοκος των αντίστοιχων με τη Δύση κοινωνικών και οικονομικών διεργασιών, δεν υπήρξε αποτέλεσμα ζυμώσεων και ρήξεων στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας, αλλά επιβλήθηκε μέσα από τη διατήρηση του παραδοσιακού καθεστώτος υποταγής της θεσμικής εκκλησίας στην πολιτική εξουσία. Εντός του πλαισίου αυτού, στην τρίτη ενότητα διερευνώνται οι σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους, η διαμόρφωση και η εξέλιξή τους.

4ος άξονας: Σύνταγμα και συνταγματική ιδεολογία  

Η παρούσα ενότητα εστιάζει στις νομιμοποιητικές αρχές της συνταγματικής διακυβέρνησης, ιδίως μέσω της αναγωγής στην έννοια του Έθνους, με τις πολλαπλές προσλήψεις της στη διάρκεια του Αγώνα. Προκαταρκτικά διευκρινίζουμε ότι ο όρος «συνταγματισμός» δεν περιλαμβάνει, ως ερευνητικό αντικείμενο, αποκλειστικά τα συνταγματικά κείμενα ή τους θεσμούς που προκύπτουν από τη συνταγματική οργάνωση, αλλά εξίσου τις πρακτικές των θεσμοποιημένων οργάνων, όπως αυτές απογράφονται στο επίπεδο του συνταγματικού λόγου των δρώντων υποκειμένων της πολιτειακής ή πολιτικής σφαίρας, δηλαδή του λόγου που ανάγεται σε τελική ανάλυση στο Σύνταγμα, στη θεσμική οργάνωση της Πολιτείας και τις νομιμοποιητικές αρχές του.

5ος άξονας: Σύνθεση και διάδραση μεταξύ των κρατικών υποσυστημάτων

Η πέμπτη ενότητα εργασίας θα επιχειρήσει να συνδυάσει και να συγκεράσει τα συμπεράσματα από τις προηγούμενες ενότητες και να συνθέσει έναν πίνακα που θα αποδίδει μία νέα ιστοριογραφική εικόνα περιληπτική των επιμέρους κρατικών υποσυστημάτων που θα μελετηθούν. Το ντοκιμαντέρ που θα παραχθεί, οι ημερίδες και το συνέδριο θα διέπονται από τη διεπιστημονική αυτή ματιά και θα ρίξουν νέο φως στις διαφορετικές εκφάνσεις της διαπάλης και ταυτόχρονα διαπλοκής μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας. Έτσι, για παράδειγμα, θα διερευνηθεί πώς ο συνταγματικός λόγος περί φιλελεύθερου κράτους και δικαιωμάτων διαβρώθηκε από «την εθνοποιημένη Εκκλησία» (Μανιτάκης 2000). Ή, πώς η εκπαίδευση λειτούργησε καταλυτικά στη δόμηση του έθνους, ενός αρχικά νεωτερικού στοιχείου, για να καταλήξει αργότερα να περιφρουρεί τα στοιχεία της παράδοσης και μιας συντηρητικής αυτοσυνειδησίας, ιεροποιώντας την Επανάσταση και αποκρύπτοντας μερικώς σκιές και μελανά της σημεία. Παράλληλα, όμως πρόσφερε δυνατότητες κοινωνικής κινητικότητας που έφεραν εν σπέρματι τη δυνατότητα ανατροπής της παραδοσιακής ελληνικής κοινωνίας.

 

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ / ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ / ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΑΠΗΧΗΣΗ

Η απήχηση του έργου εμφανίζει δύο διαφορετικές διαστάσεις: 1η διάσταση: εσωτερική προστιθέμενη αξία λόγω καινοτομίας και διεπιστημονικότητας. Ειδικότερα
  • Οι επιστημονικές δημοσιεύσεις θα φέρουν την προστιθέμενη αξία της πρωτότυπης επιστημονικής ματιάς που αναφέρθηκε αμέσως παραπάνω.
  • Επιπλέον, την αξία της συμπλοκής επιχειρημάτων και οπτικών γωνιών για διαφορετικά οπτικά πεδία (κράτος, εκκλησία, εκπαίδευση, Σύνταγμα)
  • εκ μέρους επιστημόνων από διαφορετικούς κλάδους των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών (πολιτικής επιστήμης, επιστήμης του συνταγματικού δικαίου, παιδαγωγικής και θεολογίας) και της διεπιστημονικής ματιάς των τελικών συμπερασμάτων.
2η διάσταση: εξωτερική προστιθέμενη αξία λόγω διάχυσης
  • τα παραδοτέα αφορούν τόσο την επιστημονική κοινότητα (ερευνητές/τριες, καθηγητές/τριες και φοιτητές/τριες μιας σειράς κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών) όσο και το ευρύ κοινό, σε τρία διακριτά επίπεδα δυσκολίας και αφαίρεσης. Ειδικότερα πρόκειται για:
  • επιστημονικές, υψηλού επιπέδου, δημοσιεύσεις, που θα αποτελέσουν πρόοδο της επιστήμης (θα επιχειρηθεί με σχετική άδεια του εκδότη που θα επιλεγεί η ελεύθερη πρόσβαση στα πρακτικά των συνεδρίων, έτσι ώστε να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή διάχυση)
  • μαγνητοσκοπημένες επιλεγμένες συνεδρίες των ημερίδων και του συνεδρίου που θα πραγματοποιηθούν, γιακάθε ενδιαφερόμενο
  • ντοκιμαντέρ που θα απευθύνεται στο ευρύ κοινό, θα οπτικοποιεί και θα εκλαϊκεύει τα σχετικά επιστημονικά συμπεράσματα
  • σειρά διαδικτυακών μαθημάτων σύντομης διάρκειας (MOOC’s) που απευθύνεται στον υποψιασμένο αλλά όχι απολύτως εξειδικευμένο ενδιαφερόμενο.
     

ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ

Αναφορά                 Περιγραφή                                   
1ος άξονας: Δημόσια διοίκηση και δικαιοσύνη
Π 1.0 διαχείριση έργου Διαχείριση του έργου από την ΕΥ, αν. καθ. Λίνα Παπαδοπούλου περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη συνεχή επικοινωνία με τα μέλη της Ε.Ο., την εκτέλεση των διαχειριστικών πράξεων που απαιτούνται από τον ΕΛΚΕ ΑΠΘ και το ΕΛΙΔΕΚ, καθώς και τις συναλλαγές με τρίτους προμηθευτές κλπ, με σκοπό τη σωστή και έγκαιρη, κατά το δυνατόν, υπό τη συγκυρία της πανδημίας, επιτέλεση και εκτέλεση του έργου. Οργάνωση της ημερίδας του άξονα (βλ παρακάτω) στην Επίδαυρο (συνεννόηση με προμηθευτές, ΕΛΚΕ, ΕΛΙΔΕΚ και ερευνητές/τριες). Διαχείριση, εμπλουτισμός ιστοσελίδας.
Π 1.1 Συλλογή βιβλιογραφίας  Αρχείο word
Π 1.2  Κείμενο εργασίας (Μιχάλης Τσαπόγας) Αναμένεται
Π 1.3  Ημερίδα Ημερίδα: Σύνταγμα, θεσμοί και κοινωνία στην επαναστατημένη Ελλάδα, Επίδαυρος 28 Απριλίου 2022
Π 1.4 Έκδοση πρακτικών ημερίδας Περιοδικό ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ, τεύχος 1-2/2022 (υπό έκδοση)
Π 1.5 MOOC Υπό κατασκευή
2ος άξονας: Εκπαίδευση
Π 2.0 διαχείριση έργου Διαχείριση του έργου από την ΕΥ, αν. καθ. Λίνα Παπαδοπούλου περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη συνεχή επικοινωνία με τα μέλη της Ε.Ο., ιδίως με τον κ Τσάφο, την εκτέλεση των διαχειριστικών πράξεων που απαιτούνται από τον ΕΛΚΕ ΑΠΘ και το ΕΛΙΔΕΚ, καθώς και τη μελλοντική διοργάνωση σχετικής ημερίδας. Διαχείριση, εμπλουτισμός ιστοσελίδας.
Π 2.1 2 Συλλογή βιβλιογραφίας Αρχείο pdf
Π 2.2  Κείμενο εργασίας

Παναγιώτης Τσάφος, Η εκπαίδευση κατά τα μετεπαναστατικά χρόνια

Π 2.3 Ημερίδα
Π 2.4 Έκδοση πρακτικών ημερίδας
Π 2.5   MOOC
3ος άξονας: Εκκλησία, επανάσταση και νέο ελληνικό κράτος
Π 3.0 διαχείριση έργου EY: Λίνα Παπαδοπούλου, επικοινωνία με την ερευνήτρια Ελεονώρα Γιατσίδου, διοργάνωση ημερίδας σε συνεργασία με τη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ, διαχειριστικές πράξεις ΕΛΚΕ και ΕΛΙΔΕΚ κλπ. Διαχείριση, εμπλουτισμός ιστοσελίδας.
Π 3.1   Συλλογή βιβλιογραφίας Αρχείο word
Π 3.2   Κείμενο εργασίας

Ελεονώρα Γιατσίδου, Πτυχές των Σχέσεων Πολιτείας και Ορθόδοξης Εκκλησίας κατά την Επανάσταση του ’21

Π 3.3   Ημερίδα

Ημερίδα 25/02/2021: Ορθόδοξη Εκκλησία και Εθνεγερσία

Π 3.4   Έκδοση πρακτικών ημερίδας
Π 3.5  MOOC’s
4ος άξονας: Σύνταγμα και συνταγματική ιδεολογία  
Π 4.0 διαχείριση έργου ΕΥ: Λίνα Παπαδοπούλου, επικοινωνία με τα μέλη της ΟΕ, διοργάνωση συνεδρίου, επαφές με Νομική Σχολή, διαχειρστικές πράξεις ΕΛΚΕ και ΕΛΙΔΕΚ. Διαχείριση, εμπλουτισμός ιστοσελίδας. Επιμέλεια τεύχους έκδοσης πρακτικών ημερίδων / συνεδρίων.
Π 4.1  Συλλογή βιβλιογραφίας Αρχείο word
Π 4.2   Κείμενο εργασίας

Αντ. Κουρουτάκης – Η Διαπάλη Παράδοσης και Νεωτερικότητας αναφορικά με τα Επαναστατικά Συντάγματα: Δημοκρατία ή Μοναρχία;

Απόστολος Παπατόλιας, Έθνος και αντιπροσώπευση στον πρώιμο ελληνικό συνταγματισμό

Απόστολος Παπατόλιας, Η συνταγματική ιδεολογία του 1821. Παράδοση και νεωτερικότητα στον πρώιμο ελληνικό συνταγματισμό

Π 4.3  Ημερίδα

Συνέδριο 16/04/2021: Η διαπάλη παράδοσης και νεωτερικότητας και το Σύνταγμα υπό το “κράτος” της Επανάστασης του 1821

Π 4.4   Έκδοση πρακτικών ημερίδας Περιοδικό ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ 1-2/2022 (υπό έκδοση)
Π 4.5   MOOC
5ος άξονας: Σύνθεση και διάδραση μεταξύ των κρατικών υποσυστημάτων
Π 5.0 διαχείριση έργου Συντονισμός των μελών της ΟΕ, διαχειριστικές πράξεις ΕΛΚΕ, ΕΛΙΔΕΚ, συνεργασία με Νομική Σχολή και τοπικούς φορείς στην Επίδαυρο για διοργάνωση του συνεδρίου, έλεγχος εξέλιξης παραδοτέων. Διαχείριση, εμπλουτισμός ιστοσελίδας. Επιμέλεια τεύχους έκδοσης πρακτικών ημερίδων / συνεδρίων.
Π 5.1   Συλλογή βιβλιογραφίας Δείτε αρχείο word
Π 5.2 5 Ξενόγλωσση μελέτη σε διεθνές περιοδικό Έχει υποβληθεί σε διεθνές περιοδικό
Π 5.3  Ντοκιμαντέρ Υπό κατασκευή
Π 5.4  Συνέδριο

Συνέδριο: Μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας: όψεις του πρώιμου συνταγματισμού και διοικητικό σύστημα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους

Π 5.5  MOOC Υπό κατασκευή
Π 5.6  Έκδοση πρακτικών συνεδρίου Υπό έκδοση